Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου 2010

Αγαμέμνονας-Αχιλλέας

Η σύγκληση συμβουλίου αρχηγών και οι αποκαλύψεις του Κάλχα
0 ποιητής αναφέρει ότι ο λοιμός εδώ και εννιά μέρες έφερε πανωλεθρία στο στρατόπεδο των Αχαιών και ο Αχιλλέας συγκάλεσε συνέλευση όλου του στρατού, για να βρουν τρόπο ώστε να εντοπιστεί η αιτία του θανατικού και να απαλλαγούν από αυτό. 0 μάντης Κάλχας αποκάλυψε ότι η αιτία της οργής του Απόλλωνα και του θανατικού είναι η προσβολή του Χρύση από τον Αγαμέμνονα και η άρνηση του αρχιστράτηγου να δώσει τη Χρυσηίδα στον πατέρα της. Πρέπει λοιπόν να την επιστρέψει, και μάλιστα χωρίς λύτρα και κάνοντας μια ιερή θυσία. Αυτά τα λόγια του Κάλχα εξόργισαν τον Αγαμέμνονα.
0 Αγαμέμνονας ξεσπάει με οργή ενάντια στον Κάλχα κατηγορώντας τον ότι μόνο δυσάρεστα του προμαντεύει, όμως στη συνέχεια δηλώνει ότι, αφού είναι για το καλό του στρατού τους, θα πειθαρχήσει στην εντολή του δίνοντας πίσω τη Χρυσηίδα, παρόλο που γι' αυτόν είναι κάτι πολύ σημαντικό. Όμως για αντάλλαγμα της υποχώρησης του απαιτεί να του δοθεί άλλο τιμητικό δώρο (γέρας). Ο Αχιλλέας υπενθυμίζει στον Αγαμέμνονα ότι δεν υπάρχουν αμοίραστα λάφυρα και του υπόσχεται ότι, όταν κυριέψουν την Τροία, θα τον αποζημιώσουν με το παραπάνω. Όμως ο Αγαμέμνονας δε συμβιβάζεται, παρά αντιμετωπίζει με καχυποψία την πρόταση του Αχιλλέα και τονίζει ότι θα πάρει με τη βία το δώρο κάποιου άλλου αρχηγού. Τα λόγια του Αγαμέμνονα εξοργίζουν τον Αχιλλέα, ο οποίος του εκτοξεύει σκληρούς χαρακτηρισμούς και δηλώνει ότι κάτω από τέτοιες συνθήκες δεν έχει νόημα να πολεμάει, και μάλιστα σ' έναν πόλεμο που γίνεται για την τιμή των Ατρειδών. Δηλώνει λοιπόν ότι θα πάρει το στρατό του και θα φύγει. Όμως ο Αγαμέμνονας σκληραίνει περισσότερο τη στάση του. Αδιαφορώντας για την απειλή του Αχιλλέα, τον υποτιμά λέγοντας ότι δεν υπολογίζει τη δύναμή του και του δηλώνει προκλητικά ότι στη θέση της Χρυσηίδας θα του πάρει το δικό του λάφυρο, τη Βρισηίδα, για να αντιληφθούν όλοι τη δύναμη της εξουσίας του.

Τα όρια στο δίκιο και στο άδικο του Αγαμέμνονα και του Αχιλλέα
Η απόφαση του Αγαμέμνονα να αναπληρώσει τη Χρυσηίδα με άλλη γυναίκα είναι για τον ίδιο δικαιολογημένη, επειδή όπως αυτός υποχώρησε στο θέλημα του θεού, είναι υποχρεωμένοι και οι άλλοι να υποχωρήσουν στη δική του απαίτηση.
Πράγματι είναι ταπεινωτικό για έναν αρχιστράτηγο να είναι ο μόνος που θα μείνει χωρίς λάφυρο όμως ο Αγαμέμνονας αποτελεί ειδική περίπτωση γιατί ο πόλεμος γίνεται για την τιμή της δικής του οικογένειας και επομένως δεν είναι δίκαιο να αδικήσει κάποιον άλλο αρχηγό, από αυτούς που ήρθαν να βοηθήσουν την οικογένεια του.
Από την άλλη, ο θυμός του Αχιλλέα είναι δικαιολογημένος γιατί ως πρωτοπαλίκαρο του αχαϊκού στρατού απαιτεί να αναγνωρίζεται η προσφορά του στο πεδίο της μάχης, Όμως ο Αγαμέμνονας όχι μόνο δεν τον τιμά όσο του αξίζει, αλλά αντίθετα τον αδικεί και τον προσβάλλει, απαιτώντας το δικό του λάφυρο και η αφαίρεση των λαφύρων θεωρούνταν προσβολή της τιμής του πολεμιστή. Επομένως, η έννοια της τιμής για τον Αχιλλέα συνδέεται με την αξία που έχει κάποιος ως πολεμιστής, ενώ για τον Αγαμέμνονα με το κύρος που του δίνει η εξουσία.

Το προοίμιο της Ιλιάδας



ΤΟ ΠΡΟΟΙΜΙΟ ΤΗΣ ΙΛΙΑΔΑΣ
*Τα γεγονότα που εξιστορούνται στην Ιλιάδα καλύπτουν ένα χρονικό διάστημα πολύ μικρό (μόλις 51 ημέρες) του δέκατου και τελευταίου έτους του Τρωικού πολέμου, χωρίς να αναφέρονται ούτε όσα έχουν προηγηθεί από την αρχή του πολέμου ούτε όσα θα ακολουθήσουν ως το τέλος του (δε θα γίνει λόγος ούτε για το θάνατο του Αχιλλέα ούτε για την άλωση του Ιλίου). Ο ποιητής κάνει λόγο για το θυμό του Αχιλλέα και τα επακόλουθα του, που, όταν ολοκληρωθούν, τελειώνει και η Ιλιάδα. Όμως η αφήγηση πλαισιώνεται με διάφορα γεγονότα αυτού του διαστήματος (συγκρούσεις των αντίπαλων στρατευμάτων, μονομαχίες, αριοτείες, επεμβάσεις θεών κ.ά.) έτσι, που να αποδίδεται όλο το κλίμα του πολέμου (νιώθουμε σαν να τον παρακολουθούμε από την αρχή) και όλη η ατμόσφαιρα του ηρωικού κόσμου της εποχής.
Στο προοίμιο ο ποιητής ζήτησε από τη Μούσα
να ψάλλει το θυμό του Αχιλλέα, που έφερε στους Αχαιούς πολλές πίκρες και θανάτους. Ο θυμός άρχισε από τη στιγμή που ο ήρωας αυτός μάλωσε με τον αρχηγό των Αχαιών Αγαμέμνονα. Την έχθρα ανάμεσα στους δύο άντρες την άναψε ο θεός Απόλλωνας, ο οποίος θύμωσε, που ο Αγαμέμνονας πρόσβαλε τον ιερέα του, το Χρύση. Και να πώς έγιναν τα πράγματα. Η κόρη του Χρύση, η Χρυσηίδα, βρισκόταν στα χέρια του αρχιστράτηγου των Ελλήνων ως πολεμικό λάφυρο. Ο δυστυχισμένος πατέρας παρουσιάστηκε ως ικέτης μπροστά στους Αχαιούς και τους παρακαλούσε να την ελευθερώσουν, προσφέροντας αμέτρητα λύτρα και ζητώντας παράλληλα να σεβαστούν το θεό Απόλλωνα. Τους ευχήθηκε μάλιστα να ευοδωθεί ο σκοπός της εκστρατείας τους και να γυρίσουν νικητές στην πατρίδα τους. Οι στρατιώτες των Αχαιών φώναξαν επιδοκιμαστικά να γίνει το χατίρι του γέροντα ιερέα και να δεχτούν την προσφορά του. Όμως ο Αγαμέμνονας, αγνοώντας και τους Αχαιούς και τις ικεσίες του ιερέα, τον έδιωξε γεμάτος οργή, περιφρονώντας έτσι την ιδιότητα του και δηλώνοντας προκλητικά ότι τη Χρυσηίδα θα την πάρει μαζί του στην Ελλάδα. Ο ιερέας έφυγε φοβισμένος και, όταν βρέθηκε μόνος, παρακάλεσε τον Απόλλωνα να τιμωρήσει τους Αχαιούς για την προσβολή που του έκαναν. Ο θεός ανταποκρίθηκε άμεσα στη δέησή του: κατέβηκε οργισμένος από τον Όλυμπο και με τις φαρμακερές του σαΐτες άρχισε να σκορπάει το θάνατο στα ζώα των Αχαιών και στο στρατό τους.